1
00:00:07,166 --> 00:00:09,286
ΜΙΑ ΠΡΩΤΟΤΥΠΗ ΣΕΙΡΑ ΤΟΥ NETFLIX
2
00:01:22,875 --> 00:01:24,455
-Τρέξε!
-Και ο Μάιλς;
3
00:01:24,541 --> 00:01:26,961
Μην ανησυχείς. Εμείς πρέπει να φύγουμε.
4
00:01:27,625 --> 00:01:30,625
-Πού πάμε;
-Δεν ξέρω, όπου να 'ναι!
5
00:01:30,708 --> 00:01:32,748
Όχι! Δεν μ' αρέσει αυτό το παιχνίδι!
6
00:01:33,208 --> 00:01:35,128
-Δεν φεύγω!
-Φλόρα!
7
00:01:35,208 --> 00:01:36,578
Δεν θα μ' αναγκάσεις!
8
00:01:37,375 --> 00:01:39,625
-Μάιλς! Πού είσαι;
-Πρέπει να φύγουμε!
9
00:01:59,958 --> 00:02:02,208
Γύρω στα μέσα του 17ου αιώνα…
10
00:02:06,708 --> 00:02:09,958
στην επαρχία του Χάμσαϊρ
ζούσε ένας χήρος αριστοκράτης.
11
00:02:11,625 --> 00:02:16,375
Το όνομά του δεν είναι σημασίας,
γι' αυτό ας τον πούμε κύριο Γουίλομπι.
12
00:02:16,958 --> 00:02:19,998
Ένα όνομα που, όπως και το αληθινό,
απηχεί σεβασμό.
13
00:02:22,500 --> 00:02:25,210
Χήρεψε μετά από έξι χρόνια γάμου
14
00:02:25,791 --> 00:02:28,331
και είχε αφοσιωθεί στις απογόνους του.
15
00:02:28,416 --> 00:02:31,956
Στις δύο κόρες του,
που γεννήθηκαν με διαφορά πέντε ετών.
16
00:02:32,541 --> 00:02:35,881
Βάιολα λεγόταν η μεγαλύτερη,
Πέρντιτα η μικρότερη,
17
00:02:36,375 --> 00:02:41,075
στη μνήμη της μικρής που γεννήθηκε
ανάμεσά τους, αλλά έζησε λίγες εβδομάδες.
18
00:02:43,875 --> 00:02:48,165
Η κηδεία του πατέρα τις έφερε αντιμέτωπες
με την επιτακτική ανάγκη του γάμου.
19
00:02:49,041 --> 00:02:50,711
Οι δύο δεσποινίδες
20
00:02:50,791 --> 00:02:54,041
θα έχαναν τον έλεγχο των επιχειρήσεων
του κου Γουίλομπι.
21
00:02:54,625 --> 00:02:56,455
Και της έπαυλης Μπλάι.
22
00:02:57,041 --> 00:02:58,751
Του μόνου σπιτιού που γνώριζαν.
23
00:03:05,416 --> 00:03:07,786
Οι γυναίκες της εποχής δεν είχαν τίποτα.
24
00:03:08,625 --> 00:03:11,745
Ούτε παρόν ούτε μέλλον,
αν δεν δένονταν με έναν άντρα.
25
00:03:13,708 --> 00:03:15,788
Κι έτσι, έγιναν ξανά κοριτσάκια.
26
00:03:17,416 --> 00:03:20,536
Αλλά δεν είχαν τίποτε στον κόσμο,
μόνο η μία την άλλη.
27
00:03:24,791 --> 00:03:29,211
Οι δύο αδελφές βρίσκονταν την εποχή εκείνη
στο άνθος της ηλικίας τους.
28
00:03:29,833 --> 00:03:32,173
Η Πέρντιτα χαριτωμένη.
29
00:03:32,250 --> 00:03:33,500
Η Βάιολα πνευματώδης.
30
00:03:34,250 --> 00:03:37,290
Η Βάιολα, ασφαλώς,
με τα πιο φίνα φορέματα.
31
00:03:37,375 --> 00:03:38,245
Πάντα.
32
00:03:39,000 --> 00:03:43,330
Ανάμεσα στους νέους, φίλους και γείτονες,
υπήρχαν πολλοί εξαίρετοι νεαροί.
33
00:03:43,916 --> 00:03:45,456
Αρκετοί σταθεροί μνηστήρες
34
00:03:45,541 --> 00:03:49,881
και δυο τρεις που απολάμβαναν
τη φήμη του γόη σε όλες τις περιστάσεις
35
00:03:50,666 --> 00:03:51,706
ή του κατακτητή.
36
00:03:52,458 --> 00:03:54,578
Η Βάιολα, όμως, ήξερε τι ήταν.
37
00:03:55,125 --> 00:03:58,575
Αδηφάγοι, καιροσκόποι, όρνια.
38
00:04:00,583 --> 00:04:03,463
Όρνια που γυρόφερναν
το κουφάρι του πατέρα τους,
39
00:04:04,583 --> 00:04:06,793
για να λεηλατήσουν την περιουσία του.
40
00:04:07,708 --> 00:04:10,708
Όχι, το Μπλάι έπρεπε
να παραμείνει στην οικογένεια
41
00:04:10,791 --> 00:04:13,081
και να το διαχειρίζονται οι αδερφές,
42
00:04:13,166 --> 00:04:15,326
για να μη χαθούν όλα στον ίδιο τάφο.
43
00:04:18,250 --> 00:04:21,290
Έτσι, η Βάιολα προσκάλεσε
έναν μακρινό εξάδελφο.
44
00:04:22,833 --> 00:04:24,713
Τον κο Άρθουρ Λόιντ.
45
00:04:27,500 --> 00:04:29,380
Δεν ήταν και πρότυπο.
46
00:04:30,583 --> 00:04:32,793
Επρόκειτο για έντιμο, αποφασιστικό
47
00:04:32,875 --> 00:04:34,375
κι έξυπνο νεαρό.
48
00:04:35,291 --> 00:04:36,881
Πλούσιος σε χρήμα,
49
00:04:37,500 --> 00:04:39,670
σε υγεία και βολικές ελπίδες.
50
00:04:39,750 --> 00:04:42,250
Και με ερωτικές περιπέτειες
στο ενεργητικό του.
51
00:04:45,833 --> 00:04:48,793
Η Βάιολα φρόντισε να απουσιάζει
κατά την άφιξή του.
52
00:04:49,666 --> 00:04:52,786
Έτσι, η Πέρντιτα ανέλαβε
την ψυχαγωγία του εξαδέλφου,
53
00:04:52,875 --> 00:04:57,205
ενώ η Βάιολα περίμενε τη σωστή στιγμή,
κι έτσι έμαθε ότι ήταν κύριος.
54
00:04:58,125 --> 00:05:01,575
Είχε όμορφο πρόσωπο.
Ήταν σπουδαγμένος και ταξιδεμένος.
55
00:05:01,666 --> 00:05:04,496
Μιλούσε γαλλικά, έπαιζε φλάουτο
56
00:05:04,583 --> 00:05:07,423
και απήγγειλε ποίηση σπουδαίας αισθητικής.
57
00:05:09,416 --> 00:05:13,456
Μόλις η Πέρντιτα άρχισε να νιώθει
πραγματική ταραχή για τον νεαρό…
58
00:05:20,291 --> 00:05:24,961
Η Βάιολα δικαιολογήθηκε ότι άργησε
λόγω διαμάχης για καθυστερημένα ενοίκια.
59
00:05:25,041 --> 00:05:27,921
Εκμεταλλευόμενοι τον θάνατο του πατέρα,
60
00:05:28,000 --> 00:05:30,830
κάποιοι υπέθεσαν
ότι δεν ήξερε να κρατάει βιβλία.
61
00:05:31,583 --> 00:05:34,793
Ήταν αλήθεια, αλλά και θέατρο.
62
00:05:35,916 --> 00:05:39,076
Κάθε λεπτομέρεια στην είσοδο της Βάιολα
ήταν σκηνοθετημένη.
63
00:05:39,666 --> 00:05:41,126
Ο ιδρώτας μετά την ιππασία,
64
00:05:41,208 --> 00:05:42,788
τα ανακατεμένα μαλλιά.
65
00:05:42,875 --> 00:05:44,665
Οι επιχειρήσεις, τα βιβλία.
66
00:05:45,125 --> 00:05:46,995
Οι μπότες ιππασίας στο φουαγιέ.
67
00:05:47,083 --> 00:05:49,173
Ακόμα και το πορτρέτο στο βάθος,
68
00:05:49,250 --> 00:05:52,920
παραγγελία της Βάιολα,
αποτελούσε μήνυμα προς τον Άρθουρ.
69
00:05:53,000 --> 00:05:55,460
Είτε παντρευτεί αυτήν είτε την αδερφή της,
70
00:05:55,541 --> 00:05:58,791
δεν χωρεί αμφιβολία
ούτε ποιος κουμαντάρει το Μπλάι
71
00:05:59,208 --> 00:06:00,958
ούτε πώς το κουμαντάρει.
72
00:06:02,458 --> 00:06:06,378
Ο γάμος ήταν μικρός,
όπως άρμοζε στην επιχειρηματική συμφωνία.
73
00:06:06,958 --> 00:06:08,958
Εξαιρετική έκβαση για τη Βάιολα,
74
00:06:09,041 --> 00:06:11,631
που θα παρέμενε λαίδη του Μπλάι.
75
00:06:12,291 --> 00:06:14,171
Εξαιρετική και για την Πέρντιτα,
76
00:06:14,250 --> 00:06:16,790
που πάντα απολάμβανε
την άνεση του πατρικού.
77
00:06:16,875 --> 00:06:19,415
Θα μοιραστώ τη ζωή μου από σήμερα,
78
00:06:20,208 --> 00:06:23,418
στις χαρές και στις λύπες,
στα πλούτη και στη φτώχεια,
79
00:06:23,500 --> 00:06:25,210
στην αρρώστια και στην υγεία,
80
00:06:25,708 --> 00:06:27,918
θα σε αγαπώ και θα σε φροντίζω,
81
00:06:28,583 --> 00:06:30,463
μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος.
82
00:06:33,458 --> 00:06:35,998
Όπως ορίζει ο Θεός,
83
00:06:37,958 --> 00:06:41,128
σε σένα δίνω ιερό όρκο.
84
00:06:44,625 --> 00:06:48,625
Εγώ η Βάιολα δέχομαι εσένα, Άρθουρ,
ως νόμιμο σύζυγό μου.
85
00:06:49,416 --> 00:06:51,416
Θα μοιραστώ τη ζωή μου από σήμερα,
86
00:06:52,000 --> 00:06:54,710
στις χαρές και στις λύπες,
στα πλούτη και στη φτώχεια,
87
00:06:54,791 --> 00:06:56,581
στην αρρώστια και στην υγεία,
88
00:06:56,666 --> 00:06:58,746
θα σε αγαπώ και θα σε φροντίζω,
89
00:07:01,291 --> 00:07:03,081
μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος.
90
00:07:04,708 --> 00:07:07,788
"Και θα σε υπακούω.
Θα σε αγαπώ, θα σε φροντίζω
91
00:07:08,458 --> 00:07:09,918
και θα σε υπακούω".
92
00:07:15,208 --> 00:07:18,168
Ο ιερέας θεώρησε αθώα την παράλειψη.
93
00:07:18,250 --> 00:07:19,130
Δεν ήταν.
94
00:07:19,666 --> 00:07:22,916
Η Πέρντιτα δεν εξεπλάγη,
ήξερε καλά την αδερφή της.
95
00:07:23,541 --> 00:07:26,171
"Καμία έκπληξη για τον Θεό"
σκέφτηκε η Πέρντιτα,
96
00:07:26,250 --> 00:07:28,750
τη στιγμή που ευλογήθηκε
ο γάμος συμφέροντος.
97
00:07:28,833 --> 00:07:30,753
Αυτός, άλλωστε, την έπλασε έτσι.
98
00:08:05,958 --> 00:08:08,498
Η συναλλαγή έγινε,
η συμφωνία σφραγίστηκε,
99
00:08:08,583 --> 00:08:10,083
η έπαυλη σώθηκε,
100
00:08:10,166 --> 00:08:12,496
συλλογίστηκε η νεαρή Βάιολα.
101
00:08:14,166 --> 00:08:15,416
Κοιμόταν.
102
00:08:17,583 --> 00:08:18,463
Και ξυπνούσε.
103
00:08:21,125 --> 00:08:23,415
"Ίσως φταίει το δωμάτιο", σκεφτόταν.
104
00:08:23,500 --> 00:08:27,830
Ήταν της μητέρας της,
το κρεβάτι των γονιών της, τώρα δικό της.
105
00:08:30,750 --> 00:08:33,830
Κυριευμένη από ανησυχία
πρωτοφανή για την καρδιά της,
106
00:08:34,958 --> 00:08:35,998
περπατούσε.
107
00:08:41,291 --> 00:08:42,381
Κοιμόταν.
108
00:08:45,166 --> 00:08:46,246
Και ξυπνούσε.
109
00:08:49,083 --> 00:08:50,133
Περπατούσε.
110
00:08:53,208 --> 00:08:55,418
Ίσως, τελικά, δεν έφταιγε το δωμάτιο.
111
00:08:56,125 --> 00:08:58,205
Όχι, ίσως έφταιγε κάτι άλλο.
112
00:09:03,666 --> 00:09:06,496
Η Βάιολα ανακάλυψε ότι,
πέρα απ' το συμφέρον,
113
00:09:06,583 --> 00:09:09,583
ο γάμος της, τελικά,
ίσως περιλάμβανε κάποια αγάπη.
114
00:09:26,166 --> 00:09:28,576
Δεν έχω γλυκόλογα να σου πω.
115
00:09:29,791 --> 00:09:31,131
Είναι σκληρή η ζωή.
116
00:09:33,250 --> 00:09:34,920
Εσύ, όμως, είσαι πιο σκληρή.
117
00:09:37,125 --> 00:09:38,535
Το Μπλάι ανήκει σε σένα.
118
00:09:39,041 --> 00:09:41,461
Κι όλοι θα προσπαθήσουν να σου το πάρουν.
119
00:09:42,708 --> 00:09:44,538
Αλλά δεν θα τους αφήσω.
120
00:09:46,291 --> 00:09:49,041
Αντιθέτως,
θα κινήσουμε βουνά, κορίτσι μου.
121
00:09:51,083 --> 00:09:52,133
Εσύ.
122
00:09:53,833 --> 00:09:54,883
Εγώ.
123
00:09:56,625 --> 00:09:57,455
Εμείς.
124
00:10:06,000 --> 00:10:07,710
Ήταν ευτυχισμένες εποχές,
125
00:10:08,291 --> 00:10:09,961
μετά τη γέννηση της Ίζαμπελ.
126
00:10:10,791 --> 00:10:14,631
Τίποτα, όμως, δεν μένει σταθερό,
όλα αλλάζουν με τον χρόνο.
127
00:10:14,708 --> 00:10:17,208
Η αλλαγή σπανίως προειδοποιεί.
128
00:10:17,291 --> 00:10:19,881
Δεν διατυμπανίζει την άφιξή της.
129
00:10:19,958 --> 00:10:22,078
Όχι, η αλλαγή προκύπτει.
130
00:10:22,708 --> 00:10:25,328
Κι όταν κάποιος συνειδητοποιεί
την άφιξή της,
131
00:10:25,791 --> 00:10:27,831
αυτή έχει ήδη βγάλει ρίζες.
132
00:10:33,375 --> 00:10:34,495
Όσο για τη Βάιολα,
133
00:10:36,291 --> 00:10:38,541
είχε ψήγματα υποψίας,
134
00:10:38,625 --> 00:10:42,165
επουσιώδη,
σαν την ενόχληση στους πνεύμονες.
135
00:10:44,208 --> 00:10:49,038
Η Βάιολα αγαπούσε υπέρμετρα τα φορέματα
και είχε εξαιρετική αισθητική,
136
00:10:49,583 --> 00:10:51,543
την οποία ικανοποιούσε ο σύζυγος.
137
00:10:52,250 --> 00:10:55,580
Άπειρα μέτρα υφασμάτων
από μετάξι και σατέν,
138
00:10:55,666 --> 00:10:59,746
μουσελίνα, βελούδο και δαντέλα,
από όλον τον κόσμο,
139
00:10:59,833 --> 00:11:01,753
χωρίς να λυπηθούν τα έξοδα.
140
00:11:01,833 --> 00:11:05,463
Τόσο σπάνια και πλούσια,
σαν να υφάνθηκαν από νήματα θησαυρών,
141
00:11:06,041 --> 00:11:10,921
κυλούσαν μέσα απ' τα πανούργα χέρια της,
δίχως να ξεστομίζει κομπασμούς.
142
00:11:14,750 --> 00:11:17,710
Όχι, μόνο την αρρώστια ξεστόμιζε,
143
00:11:19,833 --> 00:11:22,043
την οποία δεν μπορούσε πια να αγνοεί.
144
00:12:07,708 --> 00:12:08,958
Δεν είναι πανούκλα.
145
00:12:09,041 --> 00:12:10,171
Δόξα τω Θεώ!
146
00:12:12,208 --> 00:12:14,208
Αλλά δεν είναι καλά τα νέα.
147
00:12:14,291 --> 00:12:15,751
Έχει το χτικιό.
148
00:12:16,375 --> 00:12:17,625
-Τι θα…
-Πόσον καιρό;
149
00:12:17,708 --> 00:12:19,918
-Τι θα πει αυτό;
-Πόσον καιρό έχει, γιατρέ;
150
00:12:20,000 --> 00:12:21,880
Μήνες, το πολύ.
151
00:12:23,000 --> 00:12:25,580
Και καλύτερα να απομονωθεί από όλους σας.
152
00:12:26,125 --> 00:12:27,285
Η κόρη μας…
153
00:12:28,208 --> 00:12:30,378
δεν κοιμάται χωρίς τη μητέρα της.
154
00:12:30,458 --> 00:12:32,918
-Να απομονωθεί.
-Θα τη θεραπεύσεις.
155
00:12:34,125 --> 00:12:35,035
Θα τη γιατρέψεις.
156
00:12:35,541 --> 00:12:37,751
-Δεν γνωρίζω αν μπορώ.
-Θα το κάνεις.
157
00:12:38,916 --> 00:12:41,326
Ο Θεός να σε βοηθήσει, αλλά θα το κάνεις.
158
00:12:54,041 --> 00:12:55,211
Όχι.
159
00:12:56,333 --> 00:12:57,793
Θέλω το κρεβάτι μας.
160
00:12:58,833 --> 00:13:00,213
Δεν γίνεται, αγάπη μου.
161
00:13:01,916 --> 00:13:03,916
Θέλω το κρεβάτι μας.
162
00:13:04,958 --> 00:13:05,788
Άρθουρ…
163
00:13:08,000 --> 00:13:09,540
-Σε παρακαλώ.
-Η Ίζαμπελ…
164
00:13:11,083 --> 00:13:12,213
Σκέψου την Ίζαμπελ.
165
00:14:27,333 --> 00:14:31,293
Αφού εξάντλησαν όλα τα μέσα,
ο ιερέας ήρθε ξανά στο Μπλάι,
166
00:14:32,791 --> 00:14:35,251
αλλά για να τελέσει ένα μυστήριο θλιβερό,
167
00:14:36,083 --> 00:14:39,173
σε αντίθεση
με το ευτυχές μυστήριο του γάμου.
168
00:14:39,250 --> 00:14:42,420
"Και θα φύγω
και θα ετοιμάσω για εσάς τόπο.
169
00:14:43,583 --> 00:14:45,633
Και θα επιστρέψω μετά
170
00:14:46,875 --> 00:14:49,285
και θα σας πάρω κοντά μου,
171
00:14:50,500 --> 00:14:52,330
ώστε εκεί που θα είμαι εγώ,
172
00:14:52,416 --> 00:14:54,206
να είστε κι εσείς."
173
00:14:57,458 --> 00:14:58,288
Αδελφή,
174
00:14:59,208 --> 00:15:01,288
πρέπει να επαναλάβεις τους στίχους.
175
00:15:02,375 --> 00:15:03,995
Επανάλαβε μετά από μένα.
176
00:15:05,416 --> 00:15:08,206
"Και θα φύγω
και θα ετοιμάσω για εσάς τόπο.
177
00:15:10,375 --> 00:15:14,245
Και θα επιστρέψω
και θα σας πάρω κοντά μου,
178
00:15:14,833 --> 00:15:18,503
ώστε εκεί που θα είμαι εγώ,
να είστε κι εσείς."
179
00:15:19,833 --> 00:15:22,213
Αδελφή, ας προσπαθήσουμε ξανά.
180
00:15:24,416 --> 00:15:27,456
"Και θα φύγω
και θα ετοιμάσω για εσάς τόπο."
181
00:15:27,541 --> 00:15:28,501
Όχι.
182
00:15:29,416 --> 00:15:30,326
Τι είπατε;
183
00:15:32,166 --> 00:15:32,996
Όχι.
184
00:15:34,458 --> 00:15:35,708
Δεν θα φύγω.
185
00:15:39,416 --> 00:15:40,786
Πες στον Θεό σου…
186
00:15:41,833 --> 00:15:46,383
ότι εγώ δεν θα φύγω.
187
00:15:49,458 --> 00:15:52,168
Βάιολα,
πρέπει να επαναλάβεις τους στίχους.
188
00:15:53,250 --> 00:15:57,000
Δεν αφορά πια το σώμα σου, αγάπη μου.
189
00:15:57,750 --> 00:16:00,040
Αλλά την ψυχή σου.
190
00:16:00,125 --> 00:16:02,995
-Για την ψυχή σου ανησυχώ.
-Όχι!
191
00:16:03,083 --> 00:16:04,383
Πέρντιτα, μη.
192
00:16:04,458 --> 00:16:05,998
Έτσι μπράβο, αδερφή μου.
193
00:16:06,083 --> 00:16:09,503
Και στον ιερέα και στον Θεό που υπηρετεί
194
00:16:09,583 --> 00:16:10,543
πες τους όχι.
195
00:16:10,625 --> 00:16:13,625
Ο Θεός θέλει την ψυχή της αγνή,
όταν θα την υποδεχτεί.
196
00:16:13,708 --> 00:16:17,128
Ο Θεός θα 'πρεπε να ξέρει…
Ο ίδιος την έπλασε έτσι.
197
00:16:18,000 --> 00:16:20,540
Αν λέει ότι δεν θα φύγει,
τότε δεν θα φύγει!
198
00:16:27,541 --> 00:16:29,461
Ο χρόνος την ξέχασε.
199
00:16:29,541 --> 00:16:32,501
Μέρες, εβδομάδες, μήνες, χρόνια.
200
00:16:32,583 --> 00:16:36,083
Περιστροφές γύρω απ' τον Ήλιο
έκανε ο ασήμαντος πλανήτης.
201
00:16:37,166 --> 00:16:38,326
Κι έπειτα…
202
00:16:38,416 --> 00:16:39,246
Ίζαμπελ!
203
00:16:40,208 --> 00:16:43,208
Πέντε περιστροφές μετά
και όλα έχουν αλλάξει.
204
00:16:43,291 --> 00:16:44,131
Ίζαμπελ!
205
00:16:44,833 --> 00:16:46,583
Λίγο ακόμη, σε παρακαλώ.
206
00:16:46,666 --> 00:16:48,666
Δεν μπορείς καν να το διαβάσεις.
207
00:16:48,750 --> 00:16:50,210
Κάτι διαβάζω.
208
00:16:50,291 --> 00:16:51,171
Για ύπνο.
209
00:16:52,041 --> 00:16:53,831
Το έχω ήδη πει τρεις φορές.
210
00:16:59,166 --> 00:17:01,496
-Όχι.
-Έναν χορό στα γρήγορα.
211
00:17:01,583 --> 00:17:02,583
Όχι.
212
00:17:02,666 --> 00:17:03,876
Μόνο έναν.
213
00:17:03,958 --> 00:17:05,828
Μα είναι ώρα για ύπνο.
214
00:17:06,375 --> 00:17:07,245
Μόνο έναν.
215
00:17:08,250 --> 00:17:09,290
Κύριέ μου.
216
00:17:15,833 --> 00:17:16,793
Βλέπεις;
217
00:17:16,875 --> 00:17:18,825
Έχεις βελτιωθεί.
218
00:17:19,541 --> 00:17:21,381
Νομίζω ότι είσαι σχεδόν έτοιμη.
219
00:17:22,625 --> 00:17:25,075
-Χρειαζόμαστε μουσική.
-Όχι.
220
00:17:25,666 --> 00:17:28,956
Για να μάθουμε να χορεύουμε,
χρειαζόμαστε μόνο αριθμούς.
221
00:17:32,500 --> 00:17:37,380
Ένα, δύο, τρία.
222
00:17:37,458 --> 00:17:39,288
Βήμα, δύο, τρία.
223
00:17:39,375 --> 00:17:40,575
Στροφή, δύο, τρία.
224
00:17:40,666 --> 00:17:43,916
Θεία, χρειαζόμαστε μουσική. Σωστά;
225
00:17:44,000 --> 00:17:45,580
Χρειαζόμαστε ύπνο.
226
00:17:46,208 --> 00:17:47,628
Είσαι απίστευτα βαρετή.
227
00:17:48,333 --> 00:17:49,293
Σοβαρά;
228
00:17:50,000 --> 00:17:51,830
Ξέρεις να χορεύεις;
229
00:17:51,916 --> 00:17:54,286
Φυσικά και ξέρω να χορεύω, νεαρή.
230
00:17:54,375 --> 00:17:56,035
Δεν σε έχω δει να χορεύεις.
231
00:17:56,125 --> 00:17:57,495
Έχει δίκιο, Πέρντι.
232
00:17:57,583 --> 00:17:59,673
Ξέρω πολύ καλά.
233
00:18:01,083 --> 00:18:03,583
-Όχι…
-Μόνο έναν.
234
00:18:05,041 --> 00:18:07,581
Ας δείξουμε στη μικρή πώς γίνεται.
235
00:18:22,458 --> 00:18:25,878
Ένα, δύο, τρία.
236
00:18:25,958 --> 00:18:27,538
Βήμα, δύο, τρία.
237
00:18:27,625 --> 00:18:29,825
Στροφή, δύο, τρία.
238
00:18:29,916 --> 00:18:34,496
Ένα, δύο, τρία.
239
00:18:51,458 --> 00:18:54,828
Η Βάιολα έχει ξεπεράσει
τις προβλέψεις γιατρών και ιερέων.
240
00:18:55,458 --> 00:18:59,288
Κρατιόταν στη ζωή από πείσμα και μόνο,
ψιθύριζαν κάποιοι.
241
00:18:59,833 --> 00:19:00,713
Μαμά, σηκώθηκες!
242
00:19:00,791 --> 00:19:04,081
Ίζαμπελ, ξέρεις ότι δεν πρέπει
να πλησιάζεις τη μαμά.
243
00:19:04,166 --> 00:19:06,536
Γιατί σηκώθηκες; Θα πουντιάσεις.
244
00:19:06,625 --> 00:19:08,705
Δεν ήθελα να χάσω τη χοροεσπερίδα.
245
00:19:09,791 --> 00:19:12,961
Πάμε στο δωμάτιό σου.
Θα σου βράσω μερικά βότανα.
246
00:19:13,041 --> 00:19:15,921
Δεν θέλω βότανα.
Θέλω να μιλήσω στην κόρη μου.
247
00:19:45,458 --> 00:19:46,828
Πήγαινέ με στο κρεβάτι.
248
00:19:49,000 --> 00:19:49,830
Φυσικά.
249
00:20:22,125 --> 00:20:24,035
-Ζητώ συγγνώμη.
-Δεν χρειάζεται.
250
00:20:24,125 --> 00:20:26,875
-Μπορώ να χορέψω μαζί του.
-Το ξέρω.
251
00:20:27,666 --> 00:20:29,626
Μπορώ να χορέψω με τον άντρα μου.
252
00:20:31,708 --> 00:20:33,878
Δεν χρειάζεται να το αναλάβεις εσύ.
253
00:20:34,916 --> 00:20:36,326
Ούτε οτιδήποτε άλλο.
254
00:20:37,125 --> 00:20:38,205
Δεν είχα σκοπό.
255
00:20:42,250 --> 00:20:43,380
Καλό βράδυ, αδερφή.
256
00:20:48,083 --> 00:20:51,213
Στο χωριό έλεγαν
ότι ο Χάρος είχε έρθει για τη Βάιολα.
257
00:20:51,708 --> 00:20:53,078
Ερχόταν κάθε βράδυ.
258
00:20:53,166 --> 00:20:54,626
Τα πρώτα χρόνια…
259
00:20:55,125 --> 00:20:58,375
μια μαύρη άμαξα
που την έσερνε άλογο με κόκκινα μάτια
260
00:20:58,458 --> 00:21:00,418
έβρισκε την έπαυλη Μπλάι κλειστή.
261
00:21:01,166 --> 00:21:05,036
Ο αμαξάς με τη μαύρη του άμαξα
έβρισκε την πόρτα κλειστή τόσο συχνά,
262
00:21:05,833 --> 00:21:08,083
που σταμάτησε να περνάει απ' το Μπλάι.
263
00:21:16,583 --> 00:21:19,253
Ξαπλώναμε η αγάπη μου κι εγώ
264
00:21:20,416 --> 00:21:23,036
Κάτω από την κλαίουσα ιτιά
265
00:21:24,875 --> 00:21:27,875
Τώρα ξαπλώνω μοναχή
266
00:21:29,083 --> 00:21:31,923
Και κλαίω πλάι στο δεντρί
267
00:21:33,000 --> 00:21:37,080
Και τραγουδώ "Αχ, ιτιά μου μοναχή"
268
00:21:38,083 --> 00:21:41,333
Πλάι στο δέντρο και κλαίμε μαζί
269
00:21:42,333 --> 00:21:46,253
Και τραγουδώ "Αχ, ιτιά μου μοναχή"
270
00:21:47,083 --> 00:21:51,003
Ώσπου η αγάπη μου ξανά να 'ρθεί
271
00:22:08,750 --> 00:22:11,670
-Θέλω να κοιμηθώ μαζί της.
-Δεν γίνεται, Βάιολα.
272
00:22:12,375 --> 00:22:13,995
Νιώθω καλύτερα σήμερα.
273
00:22:14,083 --> 00:22:17,503
Αυτό λες κάθε μέρα,
ενώ φαίνεται ότι χειροτερεύεις διαρκώς.
274
00:22:22,000 --> 00:22:24,130
Η λαίδη του Μπλάι.
275
00:22:24,208 --> 00:22:25,288
Δεν έχω φιλοδοξίες.
276
00:22:25,375 --> 00:22:27,035
-Τι ψέμα.
-Βάιολα…
277
00:22:27,125 --> 00:22:29,205
-Δεν έχω.
-Ψέμα.
278
00:22:34,666 --> 00:22:37,876
Αν με κοιτάει πού και πού,
είναι από μοναξιά.
279
00:22:38,375 --> 00:22:39,955
Άνθρωπος είναι.
280
00:22:40,041 --> 00:22:43,381
Πέντε χρόνια τώρα,
το μόνο συζυγικό καθήκον που εκπληρώνει
281
00:22:43,458 --> 00:22:44,578
είναι του πένθους.
282
00:22:54,625 --> 00:22:56,745
-Δεν θα το επιτρέψω.
-Όχι.
283
00:22:57,416 --> 00:22:58,786
Το ξέρω, το πρόσεξα.
284
00:23:01,583 --> 00:23:03,173
Σκέψου τη μικρή.
285
00:23:04,375 --> 00:23:05,375
Την Ίζαμπελ.
286
00:23:06,541 --> 00:23:09,961
Πώς θα συνεχίσει; Πώς θα σε θυμάται;
287
00:23:10,041 --> 00:23:12,711
Αυτόν τον εαυτό σου θα θυμάται;
288
00:23:14,333 --> 00:23:17,043
Διότι, και το λέω με αγάπη,
είναι ό,τι χειρότερο.
289
00:23:26,750 --> 00:23:30,130
Λίγο πριν από το έκτο έτος
του ζωντανού θανάτου της Βάιολα,
290
00:23:30,208 --> 00:23:34,248
κάλεσε να φέρουν στο δωμάτιό της
όσα κοσμήματα και ρούχα είχε συγκεντρώσει
291
00:23:34,333 --> 00:23:35,833
το διάστημα πριν νοσήσει.
292
00:24:25,875 --> 00:24:28,285
Δεν θέλω να θαφτώ με τα δαχτυλίδια μου.
293
00:24:29,125 --> 00:24:30,535
Ούτε με τα φορέματά μου.
294
00:24:31,583 --> 00:24:35,043
Τα δαχτυλίδια μου,
η δαντέλα μου και το μετάξι μου
295
00:24:36,875 --> 00:24:40,825
μπορώ να πω, δίχως ματαιοδοξία πλέον,
ότι δεν μου χρειάζονται.
296
00:24:44,083 --> 00:24:46,963
Θα είναι σπουδαία κληρονομιά
για την κόρη μας.
297
00:24:49,416 --> 00:24:50,496
Θα τα κρατήσεις.
298
00:24:51,916 --> 00:24:54,126
Θα τα φυλάξεις για εκείνη.
299
00:24:55,041 --> 00:24:56,961
Μέχρι να αρχίσουν να της κάνουν.
300
00:24:59,416 --> 00:25:00,576
Έχουν σκεπαστεί…
301
00:25:01,583 --> 00:25:03,133
με ροδοπέταλα.
302
00:25:04,291 --> 00:25:07,881
Για να διατηρηθεί το χρώμα τους
μες στο μοσχομυριστό σκοτάδι.
303
00:25:09,083 --> 00:25:10,753
Μου το υπόσχεσαι, Άρθουρ;
304
00:25:12,666 --> 00:25:13,996
Τι να υποσχεθώ;
305
00:25:14,083 --> 00:25:16,293
Ότι θα τα κρατήσεις για την κόρη μας.
306
00:25:17,166 --> 00:25:20,536
Θα κρατήσεις το κλειδί
και δεν θα το δώσεις σε κανέναν,
307
00:25:21,208 --> 00:25:23,878
μόνο στο παιδί μας.
308
00:25:26,250 --> 00:25:27,080
Υποσχέσου το.
309
00:25:28,375 --> 00:25:29,415
Σου το υπόσχομαι.
310
00:25:50,708 --> 00:25:53,208
Καθώς εν καιρώ τα οικονομικά χειροτέρευαν,
311
00:25:53,750 --> 00:25:56,040
ο Άρθουρ ταξίδευε όλο και πιο συχνά,
312
00:25:56,125 --> 00:25:59,535
μακριά, πέρα απ' τις θάλασσες,
σε μέρη εξωτικά και πλούσια.
313
00:26:04,750 --> 00:26:08,000
Και χωρίς τον Άρθουρ,
παραμερίστηκαν κι οι προφάσεις.
314
00:26:08,750 --> 00:26:10,290
Ίσως ήταν η ώρα.
315
00:26:10,375 --> 00:26:13,745
Ίσως τα πάντα σε αυτόν τον κόσμο
φτάνουν σ' αυτό το σημείο,
316
00:26:13,833 --> 00:26:16,833
πέρα απ' το οποίο άλλο βάρος δεν σηκώνουν.
317
00:26:16,916 --> 00:26:17,876
Εκείνη τη νύχτα,
318
00:26:17,958 --> 00:26:21,788
καθώς η Πέρντιτα φρόντιζε την αδερφή της,
της ήρθε μια σκέψη.
319
00:26:21,875 --> 00:26:24,875
Τη λέξη την είχε σκεφτεί
πριν από έναν ολόκληρο χρόνο.
320
00:26:24,958 --> 00:26:29,378
Σαν την ενόχληση στα πνευμόνια της Βάιολα,
είχε ευδοκιμήσει στα κρυφά.
321
00:26:29,958 --> 00:26:33,628
Η λέξη επισκίαζε τη σκέψη της τις νύχτες,
αλλά και τις μέρες.
322
00:26:34,125 --> 00:26:37,455
Ξεκίνησε απ' το στήθος,
όπως κι η αρρώστια της Βάιολα.
323
00:26:39,375 --> 00:26:41,455
Κι απλωνόταν, επίμονα.
324
00:26:41,541 --> 00:26:43,631
Ένα ψιθύρισμα στο αφτί,
325
00:26:43,708 --> 00:26:45,248
μετά σ' ολάκερο τον νου.
326
00:26:45,333 --> 00:26:50,253
Και τώρα η λέξη ξεγλιστρούσε προς τον ώμο
και τον αγκώνα,
327
00:26:50,333 --> 00:26:52,833
μέχρι η που λέξη ζωντάνεψε
στην παλάμη της.
328
00:26:53,875 --> 00:26:55,665
Η λέξη ήταν…
329
00:26:56,333 --> 00:26:57,213
έλεος.
330
00:26:58,083 --> 00:26:59,043
Και η λέξη…
331
00:26:59,625 --> 00:27:00,625
ήταν ψέμα.
332
00:27:03,291 --> 00:27:06,831
Διότι δεν είχε το έλεος στον νου,
ούτε στην καρδιά της,
333
00:27:06,916 --> 00:27:08,496
καθώς κίνησε την παλάμη.
334
00:27:08,583 --> 00:27:12,503
Ήταν κάθε χαστούκι, κάθε προσβολή
και κάθε μέρα που είχε περάσει.
335
00:27:12,583 --> 00:27:15,083
Κάθε στιγμή
μετά την τελευταία εξομολόγηση.
336
00:27:15,791 --> 00:27:19,581
Εκείνη είχε μολυνθεί από άλλη λέξη
όλον αυτόν τον καιρό.
337
00:27:19,666 --> 00:27:22,876
Η λέξη δεν ήταν το έλεος,
συνειδητοποίησε στο τέλος.
338
00:27:22,958 --> 00:27:26,708
Όχι, εξαρχής η λέξη ήταν…
339
00:27:27,666 --> 00:27:28,496
"αρκετά".
340
00:28:03,291 --> 00:28:06,791
Ο Άρθουρ υπέμεινε την απώλεια
με ηρεμία και γενναιότητα.
341
00:28:36,166 --> 00:28:38,456
ΝΑ ΦΥΛΑΧΘΕΙ
342
00:28:45,791 --> 00:28:49,881
Ως προς τον χήρο, που πλέον ήταν
ο λόρδος του Μπλάι από κάθε άποψη,
343
00:28:49,958 --> 00:28:53,248
θεωρήθηκε ότι πολύ σύντομα
θα παντρευόταν ξανά.
344
00:28:53,333 --> 00:28:58,543
Υπήρχαν αρκετές νεαρές κοπέλες,
κι όμως, χωρίς να ευθύνονται εκείνες,
345
00:28:58,625 --> 00:29:03,035
έξι μήνες μετά την επιστροφή του,
η πρόβλεψη δεν είχε επαληθευτεί.
346
00:29:04,250 --> 00:29:07,920
Καθώς στα μάτια της Πέρντιτα
εκείνος ένιωθε την ηχώ της Βάιολα,
347
00:29:08,541 --> 00:29:10,171
μια ηχώ που δυνάμωνε
348
00:29:11,208 --> 00:29:13,378
και σκέπαζε το τραγούδι άλλων.
349
00:29:15,958 --> 00:29:18,668
Παντρεύτηκαν εν στενώ κύκλω, όπως άρμοζε.
350
00:29:19,833 --> 00:29:21,083
Σχεδόν μυστικά.
351
00:29:21,625 --> 00:29:24,995
Με την ελπίδα,
σύμφωνα με τους αστεϊσμούς κάποιων,
352
00:29:25,083 --> 00:29:27,633
ότι η αείμνηστη Βάιολα δεν θα το μάθαινε.
353
00:29:27,708 --> 00:29:29,378
ΒΑΪΟΛΑ ΛΟΪΝΤ, 35 ΕΤΩΝ
1645-1680
354
00:29:30,166 --> 00:29:31,536
Την πρώτη νύχτα του γάμου,
355
00:29:31,625 --> 00:29:35,325
καθώς η Πέρντιτα καταλάμβανε το κρεβάτι
που ανήκε στην αδερφή της,
356
00:29:35,416 --> 00:29:38,166
κάθε πλευρά αποκόμιζε
αυτό που είχε επιθυμήσει.
357
00:29:39,666 --> 00:29:41,746
Ο Άρθουρ μια όμορφη γυναίκα,
358
00:29:41,833 --> 00:29:44,543
την οποία γνώριζε ήδη λόγω συγγένειας.
359
00:29:45,708 --> 00:29:48,748
Οι επιθυμίες της Πέρντιτα, όμως,
όπως θα παρατηρήσατε,
360
00:29:48,833 --> 00:29:50,543
παρέμεναν μυστήριο.
361
00:29:54,416 --> 00:29:56,576
Τα πρώτα τρία χρόνια του γάμου τους,
362
00:29:56,666 --> 00:30:00,076
η νέα κυρία Λόιντ δεν μπόρεσε
να αποκτήσει δικά της παιδιά.
363
00:30:02,166 --> 00:30:03,206
Η θετή κόρη
364
00:30:03,958 --> 00:30:07,538
αρνιόταν σε κάθε περίσταση
να τη δει ως μητέρα.
365
00:30:42,000 --> 00:30:45,080
Ο Άρθουρ, στο μεταξύ,
είχε υποστεί οικονομικές απώλειες.
366
00:30:45,875 --> 00:30:49,325
Η νέα κατάσταση
επέβαλε περιορισμούς στα έξοδα.
367
00:30:50,125 --> 00:30:54,325
Η Πέρντιτα, εξ ανάγκης, ήταν λιγότερο
σπουδαία λαίδη από ό,τι η αδερφή της.
368
00:30:57,625 --> 00:30:59,125
Είχε διαπιστώσει από καιρό
369
00:30:59,208 --> 00:31:01,578
ότι η τεράστια γκαρνταρόμπα
της αδερφής της
370
00:31:01,666 --> 00:31:04,246
βρισκόταν μανταλωμένη,
προς όφελος της κόρης
371
00:31:04,333 --> 00:31:06,963
και ότι περίμενε αγωνιωδώς
στο δυσάρεστο σκότος,
372
00:31:07,041 --> 00:31:08,581
μες στη σκόνη της σοφίτας.
373
00:31:09,500 --> 00:31:10,710
Ήταν απεχθής η σκέψη
374
00:31:10,791 --> 00:31:14,711
ότι τα εξαίσια υφάσματα έπρεπε
να περιμένουν τα καπρίτσια ενός…
375
00:31:14,791 --> 00:31:16,041
κοριτσιού.
376
00:31:16,125 --> 00:31:19,955
Συνεπώς…
τον έκτο χρόνο μετά τον θάνατο της Βάιολα,
377
00:31:22,333 --> 00:31:24,213
η Πέρντιτα έφτασε στα όριά της.
378
00:31:25,416 --> 00:31:26,876
Το σπίτι ρημάζει.
379
00:31:27,666 --> 00:31:29,456
Οικονομικά έχουμε καταστραφεί.
380
00:31:30,166 --> 00:31:31,326
Έχουμε τη λύση
381
00:31:31,875 --> 00:31:33,245
πάνω απ' το κεφάλι μας.
382
00:31:33,875 --> 00:31:36,285
Δεν έχουμε λεφτά ούτε για οικονόμο,
383
00:31:36,375 --> 00:31:39,625
και έχουμε κλειδωμένα
μετάξια, κοσμήματα, λινά.
384
00:31:39,708 --> 00:31:42,418
-Πέρντιτα…
-Σίγουρα αρκούν για να ορθοποδήσουμε.
385
00:31:42,500 --> 00:31:44,710
-Όχι.
-Θα το ήθελε κι εκείνη.
386
00:31:45,333 --> 00:31:48,173
Αν είχε προβλέψει
πόσο θα χειροτέρευε η κατάσταση,
387
00:31:48,250 --> 00:31:50,130
πόσο θα τη χειροτέρευες…
388
00:31:51,333 --> 00:31:52,583
-Εγώ;
-Ναι, εσύ.
389
00:31:53,166 --> 00:31:56,416
Ή μήπως δεν ευθύνεσαι εσύ
για τα οικονομικά μας, σύζυγε;
390
00:31:57,041 --> 00:31:59,751
Ποιος κατέστρεψε την περιουσία μας;
391
00:32:01,708 --> 00:32:04,168
Η αδερφή μου επιθυμούσε
την ευημερία του Μπλάι,
392
00:32:04,250 --> 00:32:07,670
θα έκανε τα αδύνατα δυνατά
για να σώσει την έπαυλη,
393
00:32:07,750 --> 00:32:08,830
και το ξέρεις.
394
00:32:08,916 --> 00:32:09,996
Είναι της Ίζαμπελ.
395
00:32:10,083 --> 00:32:11,713
Η έπαυλη είναι της Ίζαμπελ!
396
00:32:12,500 --> 00:32:15,460
Και θα επιτρέψουμε να ρημάξει
πριν καν ενηλικιωθεί;
397
00:32:15,541 --> 00:32:17,831
Για τελευταία φορά, Πέρντιτα,
398
00:32:19,125 --> 00:32:20,705
αποκλείεται.
399
00:32:20,791 --> 00:32:24,631
Και θα δυσαρεστηθώ σοβαρά
αν επαναφέρεις το θέμα.
400
00:32:24,708 --> 00:32:25,538
Πολύ καλά.
401
00:32:26,250 --> 00:32:28,920
Χαίρομαι που ξέρω σε τι εκτίμηση μ' έχεις.
402
00:32:29,000 --> 00:32:31,710
Με θυσιάζεις για ένα καπρίτσιο.
403
00:32:36,833 --> 00:32:39,633
Δεν είναι καπρίτσιο, καλή μου.
404
00:32:41,458 --> 00:32:42,628
Είναι υπόσχεση.
405
00:32:43,708 --> 00:32:44,878
Όρκος.
406
00:32:44,958 --> 00:32:45,878
Όρκος;
407
00:32:47,875 --> 00:32:48,745
Στη Βάιολα.
408
00:32:49,916 --> 00:32:50,746
Φυσικά.
409
00:32:51,666 --> 00:32:53,876
Μην πατήσουμε τον όρκο μας στη Βάιολα.
410
00:32:55,250 --> 00:32:58,580
Με ποιο δικαίωμα, όμως
η Βάιολα χαραμίζει το μέλλον μας;
411
00:33:00,458 --> 00:33:04,208
Με ποιο δικαίωμα σε αναγκάζει
να γίνεις κακός και σκληρός;
412
00:33:04,291 --> 00:33:05,831
Αρκετά.
413
00:36:03,000 --> 00:36:03,830
Πέρντιτα;
414
00:36:46,750 --> 00:36:48,960
Επιστρέφουμε, αγαπητέ ακροατή,
415
00:36:49,041 --> 00:36:50,501
σε μια άλλη βραδιά.
416
00:36:50,583 --> 00:36:53,293
Τη νύχτα που θα κοιμόταν η Βάιολα.
417
00:39:29,083 --> 00:39:30,213
Κοιμόταν.
418
00:39:33,250 --> 00:39:34,330
Ξυπνούσε.
419
00:39:45,208 --> 00:39:46,538
Περπατούσε.
420
00:40:23,208 --> 00:40:24,418
Κοιμόταν.
421
00:40:26,875 --> 00:40:28,245
Ξυπνούσε.
422
00:40:30,583 --> 00:40:31,633
Περπατούσε.
423
00:40:36,375 --> 00:40:37,825
Και ο χρόνος κυλούσε.
424
00:40:38,708 --> 00:40:41,918
Πόσος καιρός; Αδύνατον να λογαριαστεί.
425
00:40:53,333 --> 00:40:54,173
Κοιμάται.
426
00:40:55,958 --> 00:40:56,788
Ξυπνάει.
427
00:40:58,833 --> 00:40:59,673
Περπατάει.
428
00:41:02,833 --> 00:41:03,793
Κοιμάται.
429
00:41:03,875 --> 00:41:05,035
Ξυπνάει.
430
00:41:05,125 --> 00:41:06,415
Περπατάει.
431
00:41:09,041 --> 00:41:11,251
Και εν καιρώ, όπως κάνουμε όλοι,
432
00:41:12,125 --> 00:41:13,375
παραδέχτηκε τα πάντα.
433
00:41:18,750 --> 00:41:20,460
Παραδέχτηκε ότι είχε πεθάνει.
434
00:41:21,083 --> 00:41:23,083
Ότι ο σύζυγος πήγε παρακάτω.
435
00:41:23,791 --> 00:41:26,541
Ότι η κόρη της μεγάλωνε δίχως εκείνη.
436
00:41:28,541 --> 00:41:31,501
Και παραδέχτηκε
ότι το δωμάτιό της ήταν ένα όνειρο.
437
00:41:31,583 --> 00:41:32,793
Μια κατασκευή,
438
00:41:32,875 --> 00:41:34,285
ένα ψέμα, προτιμότερο…
439
00:41:35,208 --> 00:41:37,328
από την αλήθεια του σεντουκιού.
440
00:41:38,500 --> 00:41:41,880
Εκεί, όμως, την περίμενε,
στο τέλος αυτού του καθαρτηρίου,
441
00:41:42,500 --> 00:41:46,330
μια ανταμοιβή, γνωρίζοντας
ότι μια μέρα θα ανοίξει η πόρτα.
442
00:41:47,000 --> 00:41:49,710
Μια μέρα οι κλειδαριές
θα συναντούσαν τα κλειδιά,
443
00:41:49,791 --> 00:41:53,381
μια μέρα η Ίζαμπελ θα άνοιγε
το σεντούκι της μαμάς της
444
00:41:53,458 --> 00:41:55,328
και θα διεκδικούσε την ανταμοιβή.
445
00:41:55,958 --> 00:41:57,708
Και τις δύο ανταμοιβές.
446
00:41:57,791 --> 00:42:00,501
Περνούσαν οι μέρες, περνούσαν οι νύχτες,
447
00:42:01,625 --> 00:42:04,745
η θάλασσα του χρόνου,
κι έφτασε επιτέλους η στιγμή.
448
00:43:01,458 --> 00:43:03,038
Όταν αντίκρισε τον άντρα της,
449
00:43:03,125 --> 00:43:06,825
δεν είδε τις αλλαγές που σκάβει ο χρόνος,
μόνο τη θλίψη του.
450
00:43:07,625 --> 00:43:08,455
Αυτό μόνο.
451
00:43:09,041 --> 00:43:10,881
Κι έτσι, φορτισμένη…
452
00:43:12,166 --> 00:43:13,826
κοιμήθηκε και περίμενε.
453
00:43:34,583 --> 00:43:35,503
ΠΕΡΝΤΙΤΑ ΛΟΪΝΤ
454
00:43:35,583 --> 00:43:38,383
Κήδεψαν τη λαίδη Πέρντιτα
και ξεκίνησαν νέα ζωή.
455
00:43:39,166 --> 00:43:41,876
Υπήρχαν αναδουλειές, η έπαυλη χάθηκε.
456
00:43:41,958 --> 00:43:44,248
Όχι στα χαρτιά, αλλά στην καρδιά.
457
00:43:44,333 --> 00:43:46,173
Θα μετακόμιζαν.
458
00:43:46,250 --> 00:43:49,460
Θα πουλούσαν την έπαυλη
γυρεύοντας μια ήσυχη ζωή, μικρότερη,
459
00:43:49,541 --> 00:43:51,041
μόνο για τους δυο τους.
460
00:43:51,708 --> 00:43:53,038
Οι δυο τους, μαζί…
461
00:43:54,291 --> 00:43:55,131
με τη Βάιολα.
462
00:43:56,125 --> 00:43:58,915
Επιτέλους. Τουλάχιστον θα ήταν μαζί τους.
463
00:43:59,666 --> 00:44:01,746
Με τον άντρα της και την κόρη της.
464
00:44:01,833 --> 00:44:05,673
Τι κι αν δεν την έβλεπαν,
δεν την άγγιζαν, δεν την άκουγαν.
465
00:44:06,250 --> 00:44:07,250
Δεν είχε σημασία.
466
00:44:07,333 --> 00:44:09,793
Θα ήταν μαζί, μόνο αυτό είχε σημασία.
467
00:44:12,750 --> 00:44:14,130
Έφευγαν απ' το Μπλάι,
468
00:44:14,208 --> 00:44:16,998
αφήνοντας πίσω ό,τι υπάρχοντα
τους είχαν απομείνει.
469
00:44:17,083 --> 00:44:20,383
Ανταμοιβή για όλα αυτά τα χρόνια
της απομόνωσής της.
470
00:44:20,458 --> 00:44:23,378
Για τη θλίψη στην κουρασμένη καρδιά της.
471
00:44:23,875 --> 00:44:26,705
Ο Άρθουρ, όμως, είχε γίνει προληπτικός,
472
00:44:26,791 --> 00:44:29,881
απ' όταν είδε τη φρίκη
στο άψυχο πρόσωπο της Πέρντιτα.
473
00:44:30,375 --> 00:44:34,415
Η προκατάληψή του αψηφούσε τη λογική,
αλλά εκείνος ήταν σίγουρος.
474
00:44:34,500 --> 00:44:36,710
Η κατάρα που του στέρησε
τη δεύτερη σύζυγο
475
00:44:36,791 --> 00:44:40,541
δεν έπρεπε να τυλίξει την κόρη του
στα παγωμένα χέρια της.
476
00:44:40,625 --> 00:44:42,625
Ούτε την κόρη του ούτε κανέναν άλλον.
477
00:44:51,500 --> 00:44:55,130
Αυτή η έσχατη προσβολή
εξοστρακισμού στα βάθη ενός έλους,
478
00:44:55,208 --> 00:44:57,328
ενώ η κόρη της θα γινόταν γυναίκα,
479
00:44:57,875 --> 00:44:59,875
αυτή η απόλυτη εγκατάλειψη…
480
00:45:03,458 --> 00:45:05,538
κομμάτιασε την καρδιά της Βάιολα.
481
00:45:06,708 --> 00:45:10,078
Η αίσθηση ότι την τραβούσε
κάποιο άλλο μέρος,
482
00:45:10,166 --> 00:45:11,666
μια μακρινή επικράτεια,
483
00:45:11,750 --> 00:45:14,040
είχε εξασθενήσει με τα χρόνια.
484
00:45:14,125 --> 00:45:16,915
Τώρα, όμως, την απέρριπτε εντελώς.
485
00:45:17,000 --> 00:45:19,750
Με κάθε ρανίδα της ισχυρής θέλησής της.
486
00:45:19,833 --> 00:45:23,083
Όπως όταν ήταν άρρωστη,
τότε που, ενάντια σε κάθε πιθανότητα,
487
00:45:23,166 --> 00:45:25,456
η Βάιολα δεν έφευγε.
488
00:45:26,583 --> 00:45:30,383
Η πρωτότοκη κόρη του Γουίλομπι,
η άλλοτε λαίδη Λόιντ του Μπλάι,
489
00:45:31,125 --> 00:45:34,325
παρέμενε, όπως ψιθυριζόταν,
από πείσμα και μόνο.
490
00:45:36,750 --> 00:45:41,080
Αγνοώντας την έλξη του επόμενου κόσμου,
δημιούργησε τη δική της βαρύτητα,
491
00:45:41,625 --> 00:45:43,325
τη βαρύτητα της θέλησής της,
492
00:45:43,416 --> 00:45:46,786
που θα άλλαζε παντοτινά
το τοπίο της έπαυλης του Μπλάι.
493
00:45:46,875 --> 00:45:48,205
Και έτσι, ξανά…
494
00:45:48,291 --> 00:45:49,381
κοιμόταν.
495
00:46:01,541 --> 00:46:02,671
Ξυπνούσε.
496
00:46:13,541 --> 00:46:14,791
Και περπατούσε.
497
00:46:18,875 --> 00:46:20,665
Σαν να 'χε ξυπνήσει από εφιάλτη,
498
00:46:20,750 --> 00:46:22,830
περπατούσε προς το σπίτι της,
499
00:46:22,916 --> 00:46:26,126
νιώθοντας κάθε φορά ότι ήταν ένα όνειρο.
500
00:46:29,958 --> 00:46:32,418
Νιώθοντας ότι, αν μπει στο δωμάτιό της,
501
00:46:32,500 --> 00:46:34,880
που κάποτε μοιραζόταν με τον σύζυγό της
502
00:46:35,916 --> 00:46:37,036
και το βρέφος τους,
503
00:46:37,916 --> 00:46:40,326
ίσως ο εφιάλτης να καταλάγιαζε.
504
00:46:41,291 --> 00:46:44,131
Ότι θα μπορούσε να τρυπώσει
στα ζεστά σκεπάσματα,
505
00:46:44,208 --> 00:46:46,788
να κουρνιάξει στον κόρφο
της οικογένειάς της,
506
00:46:47,291 --> 00:46:48,631
που την περίμενε τόσο καιρό.
507
00:46:50,208 --> 00:46:51,288
Κι αντίκριζε…
508
00:46:51,916 --> 00:46:53,076
το αδειανό κρεβάτι…
509
00:46:54,500 --> 00:46:55,670
και τότε θυμόταν.
510
00:46:58,000 --> 00:47:00,380
Και η θύμηση άνοιγε νέα πληγή.
511
00:47:22,791 --> 00:47:26,541
Η καρδιά της κομματιαζόταν ξανά,
φλεγόταν στον κόρφο της.
512
00:47:27,083 --> 00:47:29,503
Ένας οξύς πόνος που ήλπιζε
να καταλαγιάσει
513
00:47:30,041 --> 00:47:32,791
στα παγωμένα, ελώδη νερά
της νέας της έπαυλης,
514
00:47:33,291 --> 00:47:34,541
του νέου της σπιτιού.
515
00:47:36,250 --> 00:47:38,210
Κι έτσι… κοιμόταν
516
00:47:38,750 --> 00:47:39,960
και ξεχνούσε.
517
00:47:40,958 --> 00:47:42,998
Κι αφού είχε ξεχάσει, ξυπνούσε.
518
00:47:46,333 --> 00:47:47,543
Περπατούσε.
519
00:47:49,916 --> 00:47:52,246
Πόσες νύχτες, πόσοι περίπατοι…
520
00:47:53,125 --> 00:47:54,705
Είχε χάσει λογαριασμό.
521
00:47:54,791 --> 00:47:56,461
Εστίαζε μόνο μπροστά,
522
00:47:56,541 --> 00:47:58,961
στο κρεβάτι μόνο που επιθυμούσε,
523
00:47:59,041 --> 00:48:03,711
και στην κόρη που, κάθε φορά που ξυπνούσε,
πίστευε ότι θα την περίμενε εκεί.
524
00:48:15,916 --> 00:48:18,876
Δεν συνειδητοποιούσε
ότι είχε περάσει μία δεκαετία,
525
00:48:19,416 --> 00:48:22,206
ούτε ότι μετά από επιδημία πανούκλας
στο χωριό,
526
00:48:22,291 --> 00:48:25,631
η άδεια έπαυλη μετατράπηκε
σε καραντίνα για την πανώλη
527
00:48:25,708 --> 00:48:27,628
που θέριζε την παλιά της κοινότητα.
528
00:48:29,708 --> 00:48:30,628
Πού είναι;
529
00:48:35,791 --> 00:48:36,961
Τι κάνεις εδώ;
530
00:48:42,791 --> 00:48:43,751
Κινδυνεύεις.
531
00:48:44,333 --> 00:48:45,833
Μην μπαίνεις χωρίς προστ…
532
00:48:47,541 --> 00:48:48,381
Πού;
533
00:48:52,333 --> 00:48:54,083
Και όπως πέθανε ο γιατρός,
534
00:48:54,625 --> 00:48:58,825
ξεχάστηκε αμέσως
και προέκυψε ένα παράξενο φαινόμενο.
535
00:48:59,625 --> 00:49:02,575
Η βαρύτητά της,
η επινοημένη βαρύτητά της,
536
00:49:02,666 --> 00:49:04,456
αυτή που τη δέσμευε στο κτήμα,
537
00:49:04,541 --> 00:49:06,131
στο καθαρτήριο,
538
00:49:07,125 --> 00:49:08,955
δέσμευε κι άλλους.
539
00:49:10,166 --> 00:49:11,416
Κοιμόταν.
540
00:49:11,500 --> 00:49:13,960
Και όπως συμβαίνει στα όνειρα, ξεχνούσε.
541
00:49:14,875 --> 00:49:17,285
Κι αφού είχε ξεχάσει, ξυπνούσε.
542
00:49:19,875 --> 00:49:20,825
Περπατούσε.
543
00:49:34,375 --> 00:49:37,625
Η Βάιολα ένιωσε ανεπαίσθητα
την απόπειρα εξορκισμού της.
544
00:49:43,625 --> 00:49:47,955
Αλίμονο, ο καημένος ο ιερέας ήταν
ο δεύτερος που βρέθηκε στον δρόμο της.
545
00:49:51,916 --> 00:49:52,956
Κοιμόταν,
546
00:49:53,541 --> 00:49:54,541
ξεχνούσε
547
00:49:54,625 --> 00:49:55,745
και ξεχνούσε
548
00:49:55,833 --> 00:49:56,923
και ξεχνούσε.
549
00:49:57,416 --> 00:49:59,076
Και με τη λήθη,
550
00:49:59,166 --> 00:50:01,286
μια πάθηση πραγματικά φρικιαστική,
551
00:50:02,750 --> 00:50:04,500
τα πάντα ξεθωριάζουν.
552
00:50:04,583 --> 00:50:05,503
Τα πάντα.
553
00:50:05,583 --> 00:50:09,003
Η σάρκα, η πέτρα,
ακόμη και τα ίδια τα άστρα.
554
00:50:09,083 --> 00:50:12,713
Ο χρόνος τα σαρώνει όλα.
Έτσι λειτουργεί ο κόσμος.
555
00:50:12,791 --> 00:50:15,671
Το παρελθόν υποχωρεί,
οι αναμνήσεις ξεθωριάζουν
556
00:50:15,750 --> 00:50:18,460
και μαζί και το πνεύμα.
557
00:50:18,916 --> 00:50:20,576
Όλα παραδίδονται στον χρόνο,
558
00:50:21,166 --> 00:50:22,206
ακόμη κι η ψυχή.
559
00:50:24,500 --> 00:50:27,790
Ξυπνάει. Περπατάει.
Ξεχνάει ακόμη περισσότερο.
560
00:50:28,750 --> 00:50:30,250
Τ' όνομά της; Το ξέχασε.
561
00:50:30,333 --> 00:50:32,253
Της αδερφής της; Το ξέχασε.
562
00:50:32,833 --> 00:50:36,793
Μαζί με τις αναμνήσεις της
την εγκατέλειψε και το πρόσωπό της.
563
00:50:37,666 --> 00:50:39,326
Είχε τόσες λίγες αναμνήσεις…
564
00:50:40,166 --> 00:50:43,286
που μια νύχτα βρήκε ένα παιδί
στο κρεβάτι της κόρης της
565
00:50:43,375 --> 00:50:46,375
και δεν μπορούσε να θυμηθεί
ποιον ήλπιζε να δει.
566
00:50:46,875 --> 00:50:49,955
Είχε μόνο την αμυδρή αίσθηση
ότι είχε περπατήσει ως εδώ
567
00:50:50,041 --> 00:50:51,881
ελπίζοντας να βρει ένα παιδί
568
00:50:51,958 --> 00:50:53,998
και μπροστά της υπήρχε ένα παιδί.
569
00:50:54,500 --> 00:50:56,710
Σίγουρα είναι το παιδί που γύρευε.
570
00:50:57,625 --> 00:50:58,455
Σίγουρα.
571
00:51:00,708 --> 00:51:01,668
Κοιμόταν.
572
00:51:02,291 --> 00:51:03,631
Και ξεθώριαζε.
573
00:51:04,125 --> 00:51:06,455
Και ξεθώριαζε.
574
00:51:08,000 --> 00:51:09,380
Μαζί και οι άλλοι.
575
00:51:10,750 --> 00:51:12,670
Οι ψυχές που έμεναν σε τροχιά,
576
00:51:15,000 --> 00:51:18,920
οι δύστυχοι που παγιδεύτηκαν
στο βαρυτικό πηγάδι της έπαυλης Μπλάι.
577
00:51:22,125 --> 00:51:23,495
Κι εκείνοι ξεθώριαζαν.
578
00:51:36,625 --> 00:51:39,955
Η πρωτότοκη κόρη του Γουίλομπι,
η άλλοτε λαίδη Λόιντ του Μπλάι,
579
00:51:40,041 --> 00:51:43,001
τώρα μόνο μια σκέψη, μια αίσθηση,
580
00:51:43,083 --> 00:51:47,883
ούτε καν γυναίκα, ούτε καν άνθρωπος,
ούτε όνομα, ούτε πρόσωπο.
581
00:51:48,416 --> 00:51:49,416
Μόνο ανάγκη.
582
00:51:49,500 --> 00:51:50,330
Ανάγκη.
583
00:51:50,833 --> 00:51:51,833
Και μοναξιά.
584
00:51:52,625 --> 00:51:53,495
Και οργή.
585
00:51:54,083 --> 00:51:55,713
Η μοίρα της ήταν εφιαλτική.
586
00:51:56,583 --> 00:51:58,673
Μοίρα όλων όσοι παγιδεύονταν στο Μπλάι.
587
00:51:59,250 --> 00:52:03,210
Μοίρα της αδελφής της Βάιολα,
ξεχασμένη τώρα στη σοφίτα.
588
00:52:03,291 --> 00:52:05,461
Αγνοώντας ότι είχε ποτέ της αδερφή
589
00:52:06,041 --> 00:52:08,081
και ότι δολοφόνησε η μία την άλλη.
590
00:52:10,000 --> 00:52:14,630
Μια μοίρα που λάχαινε σε όποιον
είχε την ατυχία να βρεθεί στον δρόμο της.
591
00:52:14,708 --> 00:52:15,538
Σταμάτα.
592
00:52:16,625 --> 00:52:17,455
Σταμάτα!
593
00:52:18,791 --> 00:52:22,671
Μοίρα που έλαχε σε έναν άμοιρο υπηρέτη,
πολλά χρόνια αργότερα.
594
00:52:24,333 --> 00:52:27,923
Μοίρα που λάχαινε και σε όσους πέθαναν
από άλλα αίτια στο Μπλάι.
595
00:52:28,416 --> 00:52:31,206
Βρίσκονταν παγιδευμένοι
στη βαρύτητα της Βάιολα,
596
00:52:32,041 --> 00:52:35,001
ακόμη κι αν δεν έπεσαν ποτέ
στα ψυχρά χέρια της.
597
00:52:38,500 --> 00:52:42,710
Καμία ελπίδα για όποιον είχε τη δυστυχία
να πεθάνει στο κτήμα του Μπλάι.
598
00:52:44,208 --> 00:52:46,378
Καμία ελπίδα για τα θύματα του Μπλάι,
599
00:52:46,458 --> 00:52:48,128
είτε ήταν θύματα της μοίρας,
600
00:52:48,833 --> 00:52:49,963
είτε της αδυναμίας,
601
00:52:50,666 --> 00:52:53,036
είτε νόσου, είτε συνανθρώπου.
602
00:52:57,666 --> 00:53:00,576
Και δεν διαφαινόταν ελπίδα
για την γκουβερνάντα,
603
00:53:01,875 --> 00:53:04,625
που έχοντας συγκρουστεί
με τόσους νεκρούς,
604
00:53:05,541 --> 00:53:08,041
τους δύστυχους ενοίκους
του βαρυτικού πηγαδιού,
605
00:53:08,541 --> 00:53:11,501
που είχε πλέον πατήσει στο μονοπάτι
της δικής της μοίρας.
606
00:54:23,375 --> 00:54:27,285
Υποτιτλισμός: Μάρθα Λυρώνη